Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2009

Προς Zeitgeistόπληκτους

zeitgeist


।youtube.com/v/N9EU9FDf3rs&hl=en&fs=1">


zeitgeist addendum










Όσοι είδατε τις ταινίες ( ντοκιμαντέρ – έρευνα) ,Zeitgeist και Zeitgeist Addendum και θέλετε να «πάρετε τα βουνά» , με τις αποκαλύψεις που ξεδιπλώθηκαν μπροστά στα μάτια σας ,καλόν και φρόνιμον θα ήταν να ερευνήσετε και λίγο τις πηγές και τις πληροφορίες ,για να μην καταπίνουμε αμάσητη τροφή .Μία πολύ καλή συζήτηση με τη μορφή σχολίων έγινε (κυρίως για την πρώτη ταινία και ιδιαίτερα για το πρώτο μέρος που αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού ) στο blog αεισιχτίρ με θέμα τίτλου ανάρτησης ZEITGEIST .Εγώ ,τουλάχιστον ,όταν τελείωσα την προβολή και ων δύο ταινιών (νομίζω υπάρχει και Τρίτη) ,ανέτρεξα αμέσως στο internet και αναζητώντας τους δημιουργούς των δύο ταινιών ,έπεσα πάνω σ’ αυτή την ενδιαφέρουσα ανάρτηση ,αλλά και στα ακόμα πιο ενδιαφέροντα σχόλια και αντιπαραθέσεις που γίνονται μεταξύ των μπλόγκερς ,αλλά πάντα με άποψη και τεκμηρίωση ,μέσα από τα οποία αποδεικνύεται ότι υπάρχουν αρκετές ανακρίβειες και πως η παρακολούθηση των δύο ταινιών είναι μόνο η αρχή μιας αναζήτησης που θα πρέπει να γίνει από όλους μας ,σχετικά με το τι κόσμο έχουμε να αντιμετωπίσουμε αλλά και τι κόσμος δημιουργήθηκε πριν από μας για εμάς .(Βέβαια αν σας ενδιαφέρει πραγματικά το όλο θέμα , θα πρέπει να διαβάσετε όλα τα σχόλια που ξεπερνούν τα 130 ,ενώ η ανάρτηση συνεχίζει να δέχεται comments !)

Επίσης ,όσοι ακόμα δεν έχετε διαβάσει το «1984» του Τζορτζ Όργουελ ,να , μια καλή ευκαιρία να το διαβάσετε ,όμως αμέσως μετά ,διαβάστε και το προγενέστερο μυθιστόρημα Brave New World “ του Άλντους Χάξλευ ,το οποίο επηρέασε σαφέστατα τον Όργουελ στη συγγραφή του ΖΟΦΕΡΟΥ «1984» .

Μετά και την ανάγνωση αυτών ίσως καταλάβετε περισσότερα .Προσωπική μου άποψη είναι πως βαδίζουμε ολοταχώς προς ένα «1984» ,ενώ η πρόταση της ομάδας του zeitgeist ,Project Venus μάλλον μας οδηγεί περισσότερο προς ένα Brave New World ,σαφώς πιο θεμιτό και υποφερτό ,από του Οργουελικού «Σεναρίου» αλλά με τις δικές του επίσης αδυναμίες και ελλείψεις …

Όσοι δεν τις είδατε :

Προτείνονται ανεπιφύλακτα (παρά το γεγονός ότι δε συμφωνώ με όλα αυτά που αναφέρουν ,αποτελούν ένα εξαιρετικό έναυσμα )

Αν τις είδατε ,το καλύτερο που έχετε να κάνετε ,είναι να τις μεταδώσετε και σε άλλους διότι η αν και αναφέρονται κυρίως στο Αμερικάνικο Κοινό (των U.S. of Apathy ) ουδέποτε δόθηκε η άδεια να προβληθούν στους κινηματογράφους της Υπερδύναμης .

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

Το πρωτο μου E- book


Το πρώτο μου E – book


«Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι» του Μίλαν Κούντερα ,είναι το πρώτο E - book που διάβασα ,πριν από κάτι μήνες και ομολογώ πως ήταν περίεργη και ξεχωριστή εμπειρία .Υπάρχουν πολλές ευκολίες στην ανάγνωση ενός Η-μπουκ αλλά και πολλά μειονεκτήματα .

Πλεονεκτήματα :

- Η μεγέθυνση των γραμμάτων

- Η αντιγραφή μέρους και επισήμανση σημαντικών στοιχείων στο βιβλίο

- Η εύκολη μετακίνηση και προσαρμογή των σελίδων

- Μπορείς να βρεις δωρεάν Ebooks και να τα κρατήσεις για πάντα χωρίς να πρέπει να τα επιστρέψεις ,όπως γίνεται με το δανεισμό από Δημόσιες ,Δημοτικές κλπ ,Βιβλιοθήκες .


Μειονεκτήματα :

- Η όσφρηση και η αφή (είναι σα να συγκρίνουμε το Winamp με το βινύλιο ,ή με το Cd )

- Το βιβλίο μπορείς να το πάρεις οπουδήποτε (και το Η – μπουκ βέβαια αν διαθέτεις laptop )

- To βιβλίο δεν έχει τη φωτεινότητα μιας οθόνης , η οποία σίγουρα έχει πιο καταστροφικές επιπτώσεις στην όραση

- Το E- book δεν τοποθετείται σε χώρο ,ώστε να το βλέπεις και να θυμάσαι τις στιγμές που έζησες διαβάζοντας το ή να κοσμεί το γραφείο και τη βιβλιοθήκη σου .


Τώρα ,όσο αφορά τους τίτλους που μπορείς να βρεις ,πιθανολογώ πως ήδη θα υπάρχουν πολλές μεταφορές βιβλίων σε Ebooks ,οπότε μάλλον δεν πρέπει να τίθεται θέμα


Πάντως ,προσωπικά είμαι υπέρ του βιβλίου ,όχι επειδή είμαι αναχρονιστής και παλιομοδίτης αλλά ,όπως και να το κάνουμε το πρώτο μειονέκτημα , η απουσία των άλλων αισθήσεων είναι πολύ σημαντική τουλάχιστο για μένα , στην αισθητική καταγραφή της μνήμης και συμφωνώ απόλυτα (σα να λέμε «από το στόμα μου το πήρες» και το πιστεύω αυτό που αναφέρει στο συγκεκριμένο βιβλίο ):


Φαίνεται ότι υπάρχει στον εγκέφαλο μια ζώνη εντελώς ξεχωριστή

που θα μπορούσε κανείς να την ονομάσει μνήμη ποιητική και που εγγράφει

όλα όσα μας έχουν γοητεύσει, όλα όσα μας έχουν συγκινήσει,

όλα όσα έδωσαν στη ζωή μας την ομορφιά της.


Παρακάτω παραθέτω μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο που συνέλεξα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης τα οποία θεωρώ ότι στέκουν και ως αυτούσια ,αλλά αποτελούν και καλή προτροπή για την ανάγνωση αυτού του πολύ ενδιαφέροντος βιβλίου .

Εξίσου καλά αν όχι καλύτερα , η «Αθανασία» και «Το Αστείο» ,όπου γενικά κατορθώνει να απομυθοποιήσει πολλά ιδεολογικά κινήματα και κύματα αλλά και συστήματα που σε πολλούς ακόμα φαντάζουν «αγγελικά πλασμένα» αλλά και πολλές ψυχοκοινωνικές προεκτάσεις φιλοσοφικής υφής στην ατέρμονη αναζήτηση του «ποιοι πραγματικά είμαστε» .

Άλλωστέ ο Κούντερα δε γράφει απλά μυθιστορηματάκια για σήριαλ ,αλλά μέσα στην κάθε ιστορία που αφηγείται προσδίδει φιλοσοφικές προεκτάσεις ,και αυτό πιστεύω πως γι ‘αυτόν είναι αυτοσκοπός και όχι προσέγγιση .



«Δεν θέλεις λοιπόν ν' αγωνιστείς εναντίον της κατοχής στη χώρα

σου;». Ήθελε να τους πει ότι ο κομμουνισμός, ο φασισμός, όλες οι κατοχές

και όλες οι εισβολές, κρύβουν ένα θεμελιώδες και οικουμενικό κακό

· γι' αυτήν η εικόνα του κακού τούτου ήταν οι πορείες ανθρώπων που

παρελαύνουν σηκώνοντας το χέρι και φωνάζοντας ομόφωνα τις ίδιες

συλλαβές. Ήξερε, όμως, ότι δεν θα μπορούσε να τους το εξηγήσει. Αισθάνθηκε

αμήχανη και προτίμησε ν' αλλάξει κουβέντα.




Ο Φραντς είπε: «Στην Ευρώπη η ομορφιά ήταν πάντοτε προμελετημένη.

Υπήρχε πάντοτε μια αισθητική πρόθεση και ένα μακροπρόθεσμο

σχέδιο· χρειάζονταν αιώνες για να χτίσει κανείς σύμφωνα με το

σχέδιο αυτό ένα γοτθικό καθεδρικό ναό ή μια αναγεννησιακή πόλη. Η

ομορφιά της Νέας Υόρκης έχει μια τελείως διαφορετική προέλευση. Είναι

μια ομορφιά αθέλητη. Έχει γεννηθεί χωρίς πρόθεση απ' την πλευρά

του άνθρωπου, όπως περίπου ένα σπήλαιο με σταλακτίτες. Φόρμες που

αυτές καθ' εαυτές είναι αποκρουστικές συναντιούνται τυχαία, χωρίς κανένα

σχέδιο, σε απίθανες γειτνιάσεις όπου ξαφνικά λαμπυρίζουν με μαγευτική

ποιητικότητα».




Η Σαμπίνα είπε: «Η αθέλητη ομορφιά. Σίγουρα θα μπορούσε επίσης

να πει κανείς: η ομορφιά κατά λάθος. Η ομορφιά κατά λάθος είναι

το τελευταίο στάδιο της ιστορίας της ομορφιάς».

Η Σαμπίνα διαμαρτύρεται. Λέει ότι οι διαμάχες, τα δράματα, οι τραγωδίες

δεν σημαίνουν τίποτα απολύτως, δεν έχουν καμιά αξία, δεν αξίζουν

ούτε το σεβασμό ούτε το θαυμασμό. Αυτό που όλοι μπορούν να

θαυμάσουν στον Φραντς είναι η εργασία που μπορεί να ολοκληρώσει σε

καιρό ειρήνης.




Ο Φραντς κουνάει το κεφάλι: «Σε μια ευημερούσα κοινωνία οι άνθρωποι

δεν έχουν ανάγκη να γίνουν χειρώνακτες και αφιερώνονται σε

διανοητικές δραστηριότητες. Υπάρχουν όλο και περισσότερα πανεπιστήμια,

όλο και περισσότεροι φοιτητές. Για ν' αρπάξουν ένα πτυχίο,

πρέπει να βρουν θέματα για το δίπλωμα. Υπάρχει ατέλειωτος αριθμός

θεμάτων, γιατί μπορεί κανείς να φλυαρεί για τα πάντα και για το τίποτα.

Οι στοίβες των μουντζουρωμένων χαρτιών μαζεύονται μέσα στ' αρχεία,

που είναι πιο θλιβερά ακόμα κι από τα νεκροταφεία, γιατί εδώ δεν έρχεται

κανείς ούτε τα Ψυχοσάββατα. Η κουλτούρα εξαφανίζεται μέσα σε

μια πληθώρα προϊόντων, μέσα σε μια χιονοστιβάδα από σημεία, μέσα

στην παραφροσύνη της ποσότητας. Πίστεψε με, ένα και μόνο απαγορευμένο

βιβλίο στην πρώην χώρα σου έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία

από τα δισεκατομμύρια λέξεων που ξερνούν τα πανεπιστήμια μας».

Εξέταζε τον εαυτό της και αναρωτιόταν τι θα γινόταν αν η μύτη της

μάκραινε ένα χιλιοστό την ημέρα. Σε πόσο καιρό το πρόσωπο της θα

ήταν αγνώριστο;

Κι αν κάθε μέρος του σώματος της άρχιζε να μεγαλώνει και να μικραίνει

σε σημείο που να την κάνει να χάσει κάθε ομοιότητα με την Τερέζα,

θα ήταν ακόμα η ίδια, θα υπήρχε ακόμα μια Τερέζα;

Σίγουρα. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η Τερέζα δεν μοιάζει καθόλου

πια με την Τερέζα, στο βάθος, η ψυχή της θα ήταν πάντοτε η ίδια

και δεν θα μπορούσε παρά να παρατηρεί με φρίκη αυτό που θα συνέβαινε

στο σώμα της.

Αλλά τότε, ποια σχέση υπήρχε ανάμεσα στην Τερέζα και στο κορμί

της; Το σώμα της μπορούσε να έχει ένα κάποιο δικαίωμα στο όνομα της

Τερέζας; Κι αν δεν είχε δικαιώματα, τι υποδηλούσε αυτό το όνομα; Τί-

ποτ' άλλο από ένα πράγμα ασώματο, ανέγγιχτο;

(Είναι τα ίδια πάντοτε ερωτήματα που περνούν από το κεφάλι της

Τερέζας από τότε που ήταν παιδί. Επειδή τα πραγματικά σοβαρά ερωτήματα

είναι εκείνα - και μόνον εκείνα - που μπορεί να διατυπώσει ένα

παιδί. Μόνον τα πιο απλοϊκά ερωτήματα είναι πράγματι σοβαρά ερωτήματα.

Είναι τα ερωτηματικά στα οποία δεν υπάρχει απάντηση. Μια ερώτηση

στην οποία δεν υπάρχει απάντηση είναι ένα εμπόδιο πέρα από το

οποίο δεν μπορεί να πάει κανείς. Μ' άλλα λόγια: είναι ακριβώς οι ερωτήσεις

στις οποίες δεν υπάρχει απάντηση που σημαδεύουν τα όρια των

ανθρώπινων δυνατοτήτων και χαράζουν τα σύνορα της ύπαρξης μας).




Η μοναδικότητα του εγώ κρύβεται ακριβώς στο αδιανόητο που έχει

το ανθρώπινο ον. Δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί παρά μόνον αυτό που

είναι απαράλλαχτο σε όλα τα πλάσματα, αυτό που τους είναι κοινό. Το

ατομικό «εγώ», είναι εκείνο που διακρίνεται από το γενικό, δηλαδή αυτό

που δεν αφήνεται ούτε να μαντευθεί, ούτε εκ των προτέρων να υπολογισθεί,

αυτό που πρέπει πρώτα ν' αποκαλύψεις, ν' ανακαλύψεις, να

κατακτήσεις στον άλλον.





Οι άντρες που τρέχουν πίσω από πλήθος γυναίκες, μπορούν εύκολα

να κατανεμηθούν σε δύο κατηγορίες. Οι μεν αναζητούν σε όλες τις γυναίκες

τη δική τους ιδέα της γυναίκας, έτσι όπως εμφανίζεται στα όνειρα

τους, υποκειμενική και πάντοτε όμοια. Οι άλλοι, παρακινούνται από

την επιθυμία να κατακτήσουν την άπειρη διαφορά του αντικειμενικού

γυναικείου κόσμου.

Η εμμονή των πρώτων είναι μια εμμονή λυρική: αυτό που αναζητούν

στις γυναίκες, είναι ο ίδιος τους ο εαυτός, είναι το ιδανικό τους, και

μένουν πάντοτε και συνεχώς απογοητευμένοι επειδή, καθώς ξέρουμε, το

ιδανικό είναι αυτό που ουδέποτε είναι δυνατόν να βρεθεί. Καθώς η απογοήτευση

που τους σπρώχνει από γυναίκα σε γυναίκα δίνει στην αστάθεια

τους ένα είδος μελοδραματικής δικαιολογίας, πολλές συναισθηματικές

κυρίες βρίσκουν συγκινητική την πεισματική τους πολυγαμία.

Η άλλη εμμονή είναι μία εμμονή επική, κι οι γυναίκες δεν βλέπουν

τίποτα το συγκινητικό σ' αυτήν: ο άντρας δεν προβάλλει στις γυναίκες

ένα υποκειμενικό ιδανικό γι' αυτό και όλα τον ενδιαφέρουν και τίποτα

δεν μπορεί να τον απογοητεύσει. Κι αυτή η ανικανότητα για απογοήτευση

έχει μέσα της κάτι το σκανδαλώδες. Στα μάτια του κόσμου, η εμμονή

του επικού επιβήτορα δεν έχει άφεση (γιατί δεν εξαγοράζεται με

την απογοήτευση).

Επειδή ο λυρικός επιβήτορας κυνηγάει πάντοτε τον ίδιο τύπο γυναίκας,

ούτε καν προσέχει κανείς ότι αλλάζει ερωμένες· οι φίλοι του

προκαλούν συνεχείς παρεξηγήσεις γιατί δεν παρατηρούν τη διαφορά

ανάμεσα στις συντρόφους του και τις φωνάζουν όλες με το ίδιο όνομα.

Στο δικό τους κυνήγι της γνώσης, οι επικοί επιβήτορες (προφανώς

στην κατηγορία αυτή πρέπει να κατατάξει κανείς τον Τόμας) απομακρύνονται

όλο και περισσότερο απ' τη συμβατική γυναικεία ομορφιά (που

γρήγορα τη βαριούνται) και καταλήγουν αναπόφευκτα συλλέκτες παραδοξοτήτων.

Το ξέρουν, ντρέπονται λίγο γι' αυτό, και για να μη φέρουν

σε αμηχανία τους φίλους τους, δεν κυκλοφορούν δημόσια με τις

ερωμένες τους.



Φαίνεται ότι υπάρχει στον εγκέφαλο μια ζώνη εντελώς ξεχωριστή

που θα μπορούσε κανείς να την ονομάσει μνήμη ποιητική και που εγγράφει

όλα όσα μας έχουν γοητεύσει, όλα όσα μας έχουν συγκινήσει,

όλα όσα έδωσαν στη ζωή μας την ομορφιά της.



Έχω ήδη πει ότι οι μεταφορές είναι επικίνδυνες. Ο έρωτας αρχίζει

από μια μεταφορά. Μ' άλλα λόγια: ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που

μια γυναίκα εγγράφεται με μια από τις κουβέντες της, στην ποιητική

μας μνήμη.



Ο Φραντς είχε ξαφνικά την εντύπωση ότι η Μεγάλη Πορεία έφθανε

στο τέρμα της. Γύρω απ' την Ευρώπη ορθώνονται τα τείχη της σιωπής

και ο χώρος όπου ξετυλίγονταν η Μεγάλη Πορεία δεν ήταν παρά μια

μικρή εξέδρα στο κέντρο του πλανήτη. Τα πλήθη που άλλοτε συνωθούνταν

κάτω απ' την εξέδρα, είχαν φύγει από πολύ καιρό και η Μεγάλη

Πορεία συνεχιζόταν μέσα στη μοναξιά και χωρίς θεατές. Ναι, η Μεγάλη

Πορεία συνεχίζεται, σκεφτόταν ο Φραντς, παρά την αδιαφορία του κόσμου,

αλλά αποπνέει νευρικότητα, είναι πυρετική, χθες ήταν εναντίον

της αμερικάνικης κατοχής στο Βιετνάμ, σήμερα εναντίον της βιετναμι-

κής κατοχής στην Καμπότζη, χθες για το Ισραήλ, σήμερα για τους Παλαιστίνιους,

χθες για την Κούβα, αύριο εναντίον της Κούβας, και πάντοτε

εναντίον της Αμερικής, κάθε φορά εναντίον των σφαγών και κάθε

φορά για να υποστηριχθούν άλλες σφαγές, η Ευρώπη παρελαύνει, και

για να μπορέσει ν' ακολουθήσει το ρυθμό των γεγονότων χωρίς να της

ξεφύγει κανένα, επιταχύνει όλο και περισσότερο το βήμα της, έτσι που

η Μεγάλη Πορεία γίνεται μια παρέλαση ανθρώπων βιαστικών, που

προχωρούν καλπάζοντας, και η σκηνή όλο και συρρικνώνεται, μέχρι

που θα 'ρθεί μια μέρα που δεν θα είναι παρά μια κουκίδα χωρίς διαστάσεις.



Όλοι έχουμε ανάγκη να μας κοιτάνε. Ανάλογα με το τι είδους είναι

το Βλέμμα κάτω απ' το οποίο θέλουμε να ζούμε, μπορούμε να καταταγούμε

σε τέσσερις κατηγορίες.

Η πρώτη αναζητάει το βλέμμα ενός ατέλειωτου αριθμού ανώνυμων

ματιών, μ' άλλα λόγια το βλέμμα του κοινού. Είναι η περίπτωση του

Γερμανού τραγουδιστή και της Αμερικάνας σταρ, είναι επίσης η περίπτωση

του δημοσιογράφου με το σουβλερό πηγούνι. Είχε συνηθίσει

τους αναγνώστες του, κι όταν οι Ρώσοι έκλεισαν το περιοδικό του είχε

την εντύπωση ότι βρέθηκε σε μια ατμόσφαιρα εκατό φορές πιο πνιγηρή.

Κανένας δεν μπορούσε να του υποκαταστήσει το βλέμμα των άγνωστων

ματιών. Είχε την εντύπωση ότι πνιγόταν κι έπειτα, μια μέρα, κατάλαβε

ότι η αστυνομία τον ακολουθούσε βήμα προς βήμα, τον παρακολουθούσε

όταν τηλεφωνούσε και ακόμα τον φωτογράφιζε διακριτικά στο δρόμο.

Ξαφνικά, υπήρχαν μάτια ανώνυμα που τον συνόδευαν και μπορούσε

πάλι ν' αναπνέει! Απευθυνόταν θεατρικά στα μικρόφωνα που ήσαν

κρυμμένα στον τοίχο. Στην αστυνομία, ξανάβρισκε το χαμένο του κοινό.

Στη δεύτερη κατηγορία, ανήκουν εκείνοι που δεν μπορούν να ζήσουν

χωρίς το βλέμμα ενός πλήθους γνώριμων ματιών. Είναι οι ακούραστοι

οργανωτές κοκτέιλ και δείπνων. Είναι πιο ευτυχισμένοι απ' τους

ανθρώπους της πρώτης κατηγορίας που όταν χάνουν το κοινό τους φαντάζονται

ότι έσβησαν τα φώτα στο σαλόνι της ζωής τους. Αυτό συμβαίνει

σε όλους σχεδόν, τη μια μέρα ή την άλλη. Οι άνθρωποι που ανήκουν

στη δεύτερη κατηγορία, αυτοί, καταφέρνουν πάντοτε να προμηθευτούν

βλέμματα. Η Μαρί-Κλωντ και η κόρη του Φραντς είναι απ' αυτούς.

Έπειτα είναι η τρίτη κατηγορία, η κατηγορία αυτών που έχουν

την ανάγκη να βρίσκονται κάτω απ' το βλέμμα του αγαπημένου προσώπου.

Η κατάσταση τους είναι το ίδιο επικίνδυνη με την κατάσταση των

ανθρώπων της πρώτης ομάδας. Αν τα μάτια του αγαπημένου προσώπου

κλείσουν, το σαλόνι βυθίζεται στο σκοτάδι. Ανάμεσα σ' αυτά εδώ τα

άτομα πρέπει κανείς να κατατάξει την Τερέζα και τον Τόμας.

Τέλος, υπάρχει η τέταρτη κατηγορία, η πιο σπάνια, αυτών που ζουν

κάτω απ' τα φανταστικά βλέμματα πλασμάτων που είναι απόντα. Είναι

οι ονειροπόλοι. Παραδείγματος χάριν, ο Φραντς. Αν έφτασε ως τα σύνορα

της Καμπότζης, αυτό έγινε αποκλειστικά εξαιτίας της Σαμπίνας.

Το λεωφορείο χοροπηδάει πάνω στον ταϊλανδέζικο δρόμο κι αισθάνεται

απάνω του σταθερό το βλέμμα της.





Γιατί η λέξη ειδύλλιο είναι μια λέξη τόσο σημαντική για την Τερέ-

ζα;

Εμείς που ανατραφήκαμε με τη μυθολογία της Παλαιάς Διαθήκης,

θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ειδύλλιο είναι η εικόνα που διατηρήθηκε

μέσα μας σαν μια ανάμνηση του Παραδείσου. Η ζωή στον Παράδεισο

δεν έμοιαζε με τη διαδρομή σε ευθεία γραμμή που μας οδηγεί στο άγνωστο,

δεν ήταν μια περιπέτεια. Οι μετακινήσεις της ήταν κυκλικές, ανάμεσα

σε πράγματα γνωστά. Η μονοτονία της δεν ήταν ανία, αλλά ευτυχία.

Όσο ζούσε ο άνθρωπος στην εξοχή, ανάμεσα στη φύση, περιτριγυρισμένος

από οικιακά ζώα, στον κλοιό των εποχών και της επανάληψης

τους, διατηρούσε πάντοτε μέσα του κάτι, ακόμα κι αν δεν ήταν παρά μια

αντανάκλαση αυτού του παραδεισιακού ειδυλλίου. Έτσι, την ημέρα που

η Τερέζα συνάντησε στη λουτρόπολη τον πρόεδρο του συνεταιρισμού,

είδε να προβάλλει στα μάτια της η εικόνα της εξοχής (της εξοχής όπου

ποτέ δεν είχε ζήσει, που δεν την γνώριζε) και ενθουσιάστηκε. Ήταν

σαν να κοίταζε πίσω, προς την κατεύθυνση του Παραδείσου.

Στον Παράδεισο, όταν έσκυβε πάνω στην πηγή του, ο Αδάμ δεν

ήξερε ακόμα τι έβλεπε, ήταν εκείνος. Δεν θα είχε καταλάβει την Τερέζα

που, όταν ήταν μικρή, στηνόταν μπροστά στον καθρέφτη και προσπαθούσε

μέσα απ' το κορμί της να διακρίνει την ψυχή της. Ο Αδάμ ήταν

σαν τον Καρένιν. Συχνά, για να διασκεδάσει, η Τερέζα τον έφερνε

μπροστά στον καθρέφτη. Δεν αναγνώριζε την εικόνα του μέσα εκεί και

την κοίταζε με ύφος αφηρημένο, με μια απίστευτη αδιαφορία.

Η σύγκριση με τον Καρένιν και τον Αδάμ με οδηγεί στην ιδέα ότι

στον Παράδεισο ο άνθρωπος δεν ήταν ακόμα άνθρωπος. Πιο συγκεκριμένα:

ο άνθρωπος δεν είχε ακόμα εκτοξευθεί στην τροχιά του ανθρώπου.

Εμείς οι υπόλοιποι έχουμε εκτοξευθεί σ' αυτήν από πολύ καιρό και

πετάμε στο κενό του χρόνου που ολοκληρώνεται σε ευθεία γραμμή.

Υπάρχει, όμως, ακόμα σε μας ένας λεπτός λώρος που μας συνδέει με τον

μακρινό ομιχλώδη Παράδεισο, όπου ο Αδάμ έσκυβε πάνω στην πηγή

του και, διαφορετικά απ' ό,τι συνέβαινε με το Νάρκισσο, δεν υποπτευόταν

ότι ο αχνός κίτρινος λεκές που έβλεπε να εμφανίζεται εκεί ήταν αυτός

ο ίδιος. Η νοσταλγία του Παραδείσου είναι η επιθυμία του ανθρώπου

να μην είναι άνθρωπος.

Όταν ήταν μικρό κοριτσάκι κι έβρισκε τις σερβιέτες της μητέρας τη

λερωμένες απ' το αίμα της περιόδου, αηδίαζε και μισούσε τη μητέρα τη

που δεν είχε ούτε καν τη σεμνότητα να τις κρύβει. Αλλά ο Καρένιν, που

ήταν ένα θηλυκό σκυλί, είχε επίσης περίοδο. Την είχε κάθε έξι μήνες

και κρατούσε δεκαπέντε μέρες. Για να μη λερώνει το διαμέρισμα, η Τερέζα

τού έβαζε ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι ανάμεσα στα πόδια και του

φορούσε μια απ' τις παλιές της κιλότες, επιδέξια στερεωμένη στο κορμί

της με μια μακριά κορδέλα. Για δεκαπέντε μέρες διασκέδαζε μ' αυτή τη

στολή.

Πώς να εξηγήσει το γεγονός ότι η περίοδος μιας σκυλίτσας τής προξενούσε

μεγάλη τρυφερότητα, ενώ η δική της περίοδος της έφερνε αηδία;

Η απάντηση μου φαίνεται εύκολη: ποτέ δεν έδιωξαν τον σκύλο από

τον Παράδεισο. Ο Καρένιν δεν ξέρει τίποτα για τη δυαδικότητα του σώματος

και της ψυχής και δεν ξέρει τι είναι η αηδία. Γι' αυτό η Τερέζα αισθάνεται

τόσο καλά και τόσο ήρεμα μαζί του. (Και γι' αυτό είναι τόσο

επικίνδυνο να μεταβάλλεις το ζώο σε ζωντανή μηχανή και να κάνεις

την αγελάδα ένα αυτόματο παραγωγής γάλακτος: ο άνθρωπος κόβει

έτσι το νήμα που τον συνδέει με τον Παράδεισο και τίποτα δεν θα μπορέσει

να τον σταματήσει ή να τον παρηγορήσει στην πτήση του μέσα

στο κενό του χρόνου).

Μέσα από το συγκεχυμένο χάος αυτών των ιδεών, ξεφυτρώνει στο

μυαλό της Τερέζας μια ιδέα βλάσφημη απ' την οποία δεν μπορεί ν'

απαλλαγεί: η αγάπη που την δένει με τον Καρένιν είναι καλύτερη απ'

την αγάπη που υπάρχει ανάμεσα σ' αυτήν και τον Τόμας. Καλύτερη,

όχι μεγαλύτερη. Η Τερέζα δεν θέλει να κατηγορήσει κανένα, ούτε

εκείνη, ούτε τον Τόμας, δεν θέλει να διαβεβαιώσει ότι θα μπορούσαν

ν' αγαπιούνται περισσότερο. Της φαίνεται μάλλον ότι το ανθρώπινο

ζευγάρι είναι με τέτοιο τρόπο πλασμένο που η αγάπη του άντρα και

της γυναίκας είναι εξαρχής ενός είδους κατώτερου απ' αυτό που μπορεί

να είναι (τουλάχιστον στην καλύτερη απ' τις παραλλαγές της) η

αγάπη ανάμεσα στον άνθρωπο και στον σκύλο, αυτή η παραδοξότητα

της ιστορίας του ανθρώπου, που ίσως ο Πλάστης να μην την είχε προβλέψει.

Είναι μια άδολη αγάπη: η Τερέζα δεν θέλει τίποτα απ' τον Καρένιν.

Δεν αξιώνει ούτε καν την αγάπη. Δεν ρωτήθηκε ποτέ για πράγματα που

βασανίζουν τα ανθρώπινα ζευγάρια: μ' αγαπάει; αγάπησε κανέναν άλλον

περισσότερο από μένα; μ' αγαπάει περισσότερο απ' όσο τον αγαπάω;

Όλες αυτές οι ερωτήσεις που θέτουν υπό αίρεση τον έρωτα, τον

καταμετρούν, τον σφυγμομετρούν, τον εξετάζουν, μήπως δεν κινδυνεύουν

να τον καταστρέψουν πριν γεννηθεί; Αν είμαστε ανίκανοι ν' αγαπήσουμε,

τούτο μπορεί να συμβαίνει επειδή επιθυμούμε ν' αγαπηθούμε,

δηλαδή επειδή θέλουμε κάτι από τον άλλο (τον έρωτα), αντί να τον

πλησιάσουμε χωρίς αξιώσεις και να μην επιθυμούμε παρά την απλή του

παρουσία και μόνο.

Κι ένα πράγμα ακόμα: η Τερέζα έχει δεχτεί τον Καρένιν έτσι όπως

είναι, δεν προσπάθησε να τον αλλάζει κατ' εικόνα της, έχει εξαρχής

αποδεχτεί το σκυλίσιο του σύμπαν, δεν θέλει να το επιτάξει, δεν ζηλεύει

τα ορμέμφυτα μυστικά του.

Τον ανάθρεψε, όχι για να τον αλλάξει (όπως ένας άντρας θέλει ν'

αλλάξει τη γυναίκα του και μια γυναίκα τον άντρα της), αλλά μόνο και

μόνο για να του διδάξει τη στοιχειώδη γλώσσα που θα τους επέτρεπε να

καταλαβαίνονται και να ζουν μαζί.

Και επίσης: η αγάπη της για το σκυλί είναι μια αγάπη εκούσια: κανένας

δεν την υποχρέωσε σ' αυτό. (Για μια φορά ακόμα η Τερέζα σκέφτεται

τη μητέρα της και δοκιμάζει μεγάλη θλίψη: αν η μητέρα της ήταν

μια από τις άγνωστες γυναίκες του χωριού, η ιλαρή της χυδαιότητα θα

μπορούσε να της είναι ίσως συμπαθητική! Α! Αν μονάχα η μητέρα της

ήταν μια ξένη! απ' τα παιδικά της χρόνια, η Τερέζα ένιωθε πάντα ντροπή

που η μητέρα της κατοικούσε στα χαρακτηριστικά του προσώπου της

και της είχε επιτάξει το εγώ της. Και το χειρότερο ήταν που η χιλιόχρονη

προσταγή Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου! την υποχρέωνε

να δεχτεί αυτή την κατοχή, να χαρακτηρίσει αγάπη αυτή την επίθεση!

Δεν έφταιγε η μητέρα της που η Τερέζα τα χάλασε μαζί της. Δεν τα χάλασε

μαζί της επειδή η μητέρα της ήταν αυτή που ήταν, αλλά γιατί ήταν

η μητέρα της). Κυρίως, όμως: κανένα ανθρώπινο πλάσμα δεν μπορεί να

κάνει σ' ένα άλλο τη δωρεά του ειδυλλίου. Μόνο το ζώο μπορεί επειδή

δεν το έδιωξαν απ' τον Παράδεισο. Η αγάπη ανάμεσα στον άνθρωπο και

στο σκύλο είναι ειδυλλιακή. Είναι μια αγάπη χωρίς συγκρούσεις, χωρίς

σπαρακτικές σκηνές, χωρίς εξέλιξη. Γύρω απ' την Τερέζα και τον Τό-

μας, ο Καρένιν χάραζε τον κύκλο της ζωής του που ήταν θεμελιωμένη

στην επανάληψη και περίμενε το ίδιο πράγμα απ' αυτούς.

Αν αντί να ήταν σκύλος, ο Καρένιν ήταν άνθρωπος, θα είχε σίγουρα

από καιρό πει στην Τερέζα: «Άκου, δεν με διασκεδάζει πια καθόλου να

κουβαλάω κάθε μέρα ένα κρουασάν στα δόντια. Δεν μπορείς να μου

βρεις κάτι καινούριο;». Σ' αυτή τη φράση κλείνεται όλη η καταδίκη του

ανθρώπου. Ο ανθρώπινος χρόνος δεν γυρίζει κυκλικά, αλλά προχωρεί

σε ευθεία γραμμή. Γι' αυτό και ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος,

επειδή η ευτυχία είναι επιθυμία επανάληψης.

Ναι, η ευτυχία είναι επιθυμία επανάληψης, σκέφτεται η Τερέζα.

Όταν ο πρόεδρος του συνεταιρισμού πήγαινε τον Μεφίστο του περίπατο

μετά τη δουλειά και συναντούσε την Τερέζα, ποτέ δεν ξεχνούσε

να πει: «Κυρία Τερέζα! Αν τον είχα μονάχα γνωρίσει νωρίτερα! Θα κυ-

νηγούσαμε μαζί τα κορίτσια! Καμιά γυναίκα δεν μπορεί ν' αντισταθεί σε

δυο γουρούνια!». Στις λέξεις αυτές, το γουρούνι γρύλιζε, ήταν έτσι μαθημένο.

Η Τερέζα γελούσε, κι όμως ήξερε από πριν τι θα της έλεγε ο

πρόεδρος. Η επανάληψη δεν αφαιρούσε από το αστείο τίποτα απ' τη

χάρη του. Το αντίθετο. Στα πλαίσια του ειδυλλίου, ακόμα και το χιούμορ

υπακούει στο γλυκό νόμο της επανάληψης.

ΣΠΗΛΙΑ